- ἀειθαλᾶς
- ἀειθαλήςevergreenmasc/fem acc pl (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αειθαλάς — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Τον συνέλαβαν μαζί με τον Αμμών ή Αμμούν στην Αδριανούπολη, απ’ όπου κατάγονταν και οι δύο. Πέθαναν με μαρτυρικό θάνατο. Η μνήμη τους τιμάται στις 2 Σεπτεμβρίου … Dictionary of Greek
АИФАЛ — [греч. ̓Αειθαλᾶς, от сир. ], сщмч. Персидский (пам. 1 сент., 3 нояб.) см. Акепсим, Иосиф и А … Православная энциклопедия